Η νευροεπιστήμη παραδόξως μας διδάσκει ότι όχι μόνο η ψυχοθεραπεία είναι βιολογική, αλλά ότι είναι η μόνη αυθεντική βιολογική θεραπεία.
H ψυχοθεραπεία λαμβάνει υπόψη της τον τρόπο που ο εγκέφαλος αναπτύσσεται, ωριμάζει και λειτουργεί. Ακολουθεί τις αρχές της εξελικτικής προσαρμογής και είναι σε συμφωνία με τη γενετική. Θεραπεύει συγκεκριμένα τις προβληματικές τροποποιήσεις του εγκεφάλου ακριβώς με τους τρόπους που ευθύς εξαρχής αναπτύχθηκαν. Η ψυχοθεραπεία απενεργοποιεί τις μη προσαρμοσμένες εγκεφαλικές απεικονίσεις και ενισχύει νέες και εποικοδομητικές οδούς. Ας το εξηγήσουμε.
Οι λειτουργίες του εγκεφάλου είναι καθαρά βιολογικές. Ο εγκέφαλος χαρτογραφεί τις εμπειρίες και τις αναμνήσεις μας μέσω της σύνδεσης τρισεκατομμυρίων νευρωνικών δικτύων. Αυτός ο διασυνδεδεμένος ιστός δημιουργεί μεγαλύτερα κυκλώματα που χαρτογραφούν όλη την αρχιτεκτονική του φλοιού. Αυτό δημιουργεί υψηλού επιπέδου συμβολικούς χάρτες νευρωνικών δικτύων που εμφανίζονται ως εικόνες στη συνείδησή μας. Η αναπαράσταση αυτή στη συνείδηση χαρακτηρίζεται από υψίστης σημασίας συμβολικές μορφές. Πρόκειται για ένα ζωντανό θέατρο «φαντασίας», ενός παραστατικού κόσμου που αποτελείται από ένα θίασο χαρακτήρων που συνδέονται μέσω συναισθημάτων καθώς και σεναρίων, πλοκών, σχεδίων και τοπίων.
Καθώς προσαρμοζόμαστε στο περιβάλλον μας, ο εγκέφαλος χαρτογραφεί τη συναισθηματική εμπειρία μας μέσω της φλοιώδους περιοχής της μνήμης. Αυτό ξεκινά πολύ νωρίς στη ζωή μας. Εάν ένα μωρό τρομάξει από ένα δυνατό θόρυβο, τα χέρια και τα πόδια του θα κάνουν μια σπασμωδική κίνηση. Η καρδιά του κινητοποιείται από την αδρεναλίνη, και αρχίζει να κλαίει. Αυτός ο «συναγερμός» καταγράφει μια αντίδραση «πάλης ή φυγής» στο φλοιό του εγκεφάλου του, η οποία χαρτογραφείται μέσω της παρουσίας της σεροτονίνης και της κορτιζόλης. Το μωρό επανέρχεται μετά από την αγκαλιά της μητέρας του. Η ανταποκριτική αποκατάσταση για μια ακόμη φορά αποκαθιστά και διατηρεί την ευημερία του, η οποία χαρτογραφείται μέσω της παρουσίας της ωκυτοκίνης. Αυτές οι συνεχιζόμενες αναπτυξιακές εμπειρίες της ζωής χαρτογραφούνται στη μνήμη ακριβώς με αυτούς τους δύο βασικούς τρόπους.
Αυτές οι δύο βασικές λειτουργίες αποτελούν τη βάση της χαρτογράφησης ολόκληρης αυτής της αναπαράστασης στη μνήμη. Πρόκειται για μία αναπαράσταση που γράφεται μέσω της θετικής προσκόλλησης και των συναισθημάτων που προωθούν την αυθεντικότητα και την αγάπη. Μία αναπαράσταση που σχετίζεται με το τραύμα, μπορεί να δημιουργήσει μία σκοτεινότερη αφήγηση καθώς και ψυχιατρικά συμπτώματα. Μία προβληματική αναπαράσταση επηρεάζει την ίδια την αίσθηση του εαυτού του παιδιού, την αυτοεκτίμηση και την αξία του. Μεταμορφώνει επίσης την ποιότητα της εγγύτητας με άλλους ανθρώπους σε δυσπιστία, συναισθηματική απομάκρυνση και θυμό.
Το στοιχείο που καθορίζει τη μορφή των ψυχιατρικών συμπτωμάτων, είναι η ξεχωριστή μας γενετική ιδιοσυγκρασία είτε πρόκειται για κατάθλιψη, άγχος, φοβίες, υπερκινητικότητα, εμμονές, καταναγκασμούς ή ψυχώσεις. Η στέρηση και η κατάχρηση σε κάποιο άτομο μπορεί να προκαλέσει κατάθλιψη, ενώ ένα παρόμοιο τραύμα σε κάποιον άλλο μπορεί να δημιουργήσει μια φοβική κατάσταση. Η ιδιοσυγκρασία ενός ατόμου είναι η γενετική συνιστώσα για τη δημιουργία ψυχιατρικών παθήσεων.
Επιδιορθώνοντας τον εγκέφαλο
Η διαδικασία της ψυχοθεραπείας επιδιορθώνει με συγκεκριμένο και βιολογικό τρόπο τις βλάβες που προκαλούνται στη αναπαράσταση που «γράφεται» στη συνείδηση. Για να εξηγήσω τον τρόπο με τον οποίο χαρτογραφούμε την εμπειρία μας και τον τρόπο που επιδρά στον εγκέφαλό μας, θα χρησιμοποιήσω ένα απλό παράδειγμα «νευρομυϊκής μάθησης». Αυτό το παράδειγμα έχει να κάνει με το πώς μαθαίνουμε να παίζουμε κιθάρα. Η νευρομυϊκή μάθηση είναι ίδια και για τη μάθηση άλλων μουσικών οργάνων, τον αθλητισμό, τον χορό ή οποιαδήποτε άλλη μαθημένη φυσική άσκηση.
Τι συμβαίνει στον εγκέφαλο καθώς μαθαίνετε να παίζετε μία συγκεκριμένη χορδή στην κιθάρα; Χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή προκειμένου να διαχωρίσετε τα δάχτυλά σας με έναν ακριβή τρόπο ώστε να διατηρήσετε τις χορδές μέσα σε συγκεκριμένα τάστα. Όταν το επιχειρήσετε για πρώτη φορά, δεν θα μπορείτε να το κάνετε. Χρειάζεται να τοποθετήσετε αργά κάθε δάχτυλο στο δεξί τάστο. Οι μύες δεν αισθάνονται ότι μπορούν να το κάνουν, δε μπορούν αρχικά να διατηρήσουν τη σωστή θέση ή να βγάλουν ήχο από τις χορδές. Πονάτε. Απαιτούνται κάποια δευτερόλεπτα για να οριστικοποιηθεί η σωστή θέση του χεριού. Κάθε δάκτυλο πρέπει να τοποθετηθεί χωριστά.
Καθώς συνεχίζετε να εξασκείστε, γίνεται λίγο πιο εύκολο. Μετά από έναν καλό ύπνο, το δοκιμάζετε πάλι και είστε ακόμα πολύ αδέξιοι. Εξακολουθείτε να χρειάζεστε απόλυτη συνειδητή προσοχή για να τοποθετήσετε τα δάχτυλά σας σωστά στα τάστα. Ο ήχος αρχίζει να βγαίνει καλύτερος. Αλλά αργείτε πολύ ακόμη μέχρι να τα καταφέρετε. Μετά από 3 ημέρες εξάσκησης, μπορείτε να παίξετε τελικά τη συγκεκριμένη χορδή. Τα δάκτυλά σας δεν πονάνε πια και υπάρχει καλύτερος συντονισμός για τη θέση του χεριού. Το χέρι σας λειτουργεί τώρα σαν μια ολόκληρη μονάδα, χωρίς πολύ συνειδητή προσπάθεια. Δεν χρειάζεται πλέον να το σκέφτεστε. Έχετε κατακτήσει τη χορδή. Έχετε δημιουργήσει ένα νευρομυϊκό χάρτη της συγκεκριμένης χορδής στο φλοιό σας.
Ας υποθέσουμε ότι μάθατε να παίζετε αυτή τη χορδή χρησιμοποιώντας μια όχι τόσο καλή θέση χεριών και τώρα θέλετε να τη διορθώσετε. Για να το κάνετε αυτό, πρέπει πρώτα να αναγκάσετε τον εαυτό σας να σταματήσει να χρησιμοποιεί τη θέση του παλιού χεριού. Για άλλη μια φορά, πρέπει να δώσετε πλήρη συνειδητή προσοχή στη διαφορετική διατήρηση της θέσης των δαχτύλων και των χεριών σας. Αυτό σας οδηγεί ξανά σε μυϊκό πόνο, σε αδεξιότητα, βραδύτητα, αδυναμία και απογοήτευση, όπως την πρώτη φορά, αλλά αυτή τη φορά δεν είναι τόσο άσχημα. Αυτό είναι απαραίτητο για να δημιουργήσετε ένα νέο και διαφορετικό νευρομυϊκό χάρτη της συγκεκριμένης χορδής στον φλοιό σας. Μόλις γίνει αυτό, η διαδικασία εκτελείται με τη χρήση του νέου χάρτη, ο οποίος θα σας επιτρέψει να παίξετε αυτόματα. Η διαδικασία αλλαγής του εγκεφάλου περιλαμβάνει την απενεργοποίηση, (χωρίς τη χρήση του παλαιού χάρτη) και στη συνέχεια τη δημιουργία μιας νέα νευρομυϊκής εμπειρίας για να δημιουργήσετε μια νέα χαρτογραφημένη χορδή, η οποία και ενεργοποιείται.
Αυτό περιγράφει την απλή νευρομυϊκή μάθηση και αλλαγή. Στη συναισθηματική σφαίρα της αναπαράστασης της συνείδησης, η αλλαγή και η ανάπτυξη είναι πολύ πιο περίπλοκες. Επειδή η αναπαράσταση «γράφεται» μέσω της αμυγδαλής και του μεταιχμιακού συστήματος, η αλλαγή χρειάζεται να γίνει μέσω της αίσθησης. Η διαδικασία αλλαγής ονομάζεται πένθος.
Χρειάζεται να θρηνήσουμε το τραύμα για να προχωρήσουμε σε κάτι καινούριο και καλύτερο. Το τραύμα είναι το πιο δύσκολο από όλα τα είδη προσκολλήσεων που χρειάζεται να θρηνούμε στη ζωή μας.
Στην ψυχοθεραπεία, ο θεραπευόμενος θρηνεί τους πόνους της ζωής του στο πλαίσιο της συναισθηματικής εμπιστοσύνης με τον θεραπευτή. Ο θεραπευόμενος θρηνεί την κατάχρηση και τη στέρηση στη ζωή του και αντιμετωπίζει εκ νέου τον πόνο προκειμένου να απενεργοποιήσει τις αρνητικά συνδεδεμένες απεικονίσεις του εγκεφάλου. Τα πέντε στάδια πένθους της ψυχιάτρου Ελίζαμπεθ Κιούμπλερ-Ρος περιγράφουν με ακρίβεια τις διαδικασίες που σχετίζονται με την παραίτηση από την παλιά αναπαράσταση ώστε να αποδεχτούμε και να υιοθετήσουμε μία καινούργια.
Εξέλιξε τις Θεραπευτικές Γνώσεις σου με τα ACADEMY Εκπαιδευτικά Σεμινάρια, γίνε σήμερα Συνδρομητής!
Όλοι μας χρειάζεται να περάσουμε από τα ακόλουθα στάδια: πρόκληση και άρνηση, να είμαστε πρόθυμοι να είμαστε ανοιχτοί και να αισθανθούμε εκ νέου τον πόνο. Τότε κάποιος αισθάνεται την οργή για την πραγματική πηγή της κακοποίησης του, άλλος αισθάνεται τη θλίψη για την απώλεια παλαιών προβληματικών πόρων που του δημιουργούσαν ασφάλεια ή αισθάνεται την ίδια τη στέρηση του πόνου και τελικά την αποδοχή της μη διατήρησης της παλιάς γνώριμης ταυτότητάς του.
Η παλιά αναπαράσταση που δημιουργεί τα συμπτώματα και τον πόνο «γράφεται» από το τραύμα, τις νευρωνικές απεικονίσεις που περιλαμβάνουν την εμφάνιση της δραστηριότητας της σεροτονίνης και κορτιζόλης και την επίδραση στο μεταιχμιακό σύστημα, το οποίο εμπλέκεται στη συναισθηματική εμπειρία. Χρειάζεται να θρηνήσουμε τις τραυματικές προσκολλήσεις μας για να χάσουν τη δύναμή τους και στη συνέχεια να υποβιβαστούν στην περιοχή της απενεργοποιημένης μνήμης.
Στο πλαίσιο του «καταφυγίου» του θεραπευτή, σιγά-σιγά αφομοιώνουμε, να απενεργοποιούμε και σταματάμε να επικεντρωνόμαστε στις απεικονίσεις της παλιάς μας αναπαράραστασης και τα συμπτώματα και τα βάσανα που προκαλούνται από την παλιά αναπαράσταση εξαφανίζονται. Κατά τη διάρκεια της θεραπείας, ο ασθενής γράφει και υιοθετεί μία νέα αναπαράσταση εμπιστοσύνης και θετικών συναισθημάτων και προσκόλλησης. Εδώ η ωκυτοκίνη είναι ο μεσολαβητής και όχι η σεροτονίνη. Η διαδικασία πένθους στην ψυχοθεραπεία επιδιορθώνει τον εγκέφαλο με τον ίδιο τρόπο που που «γράφτηκε» η αρχική αναπαράσταση.
Πηγή: PsychologyNow.gr